Το να γίνει η Ευρώπη η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος στον κόσμο έως το 2050 είναι ο στόχος της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Με ένα πολύ φιλόδοξο πακέτο μέτρων που θα επιτρέψει στους ευρωπαίους πολίτες και τις επιχειρήσεις να επωφεληθούν από τη βιώσιμη πράσινη μετάβαση.
Η χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχει πολλά πιθανά οφέλη, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, της διαφοροποίησης του ενεργειακού εφοδιασμού και της μειωμένης εξάρτησης από τις αγορές ορυκτών καυσίμων (ιδίως πετρελαίου και φυσικού αερίου). Η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μπορεί επίσης να τονώσει την απασχόληση στην ΕΕ, μέσω της δημιουργίας θέσεων εργασίας σε νέες «πράσινες» τεχνολογίες.
Σε πρόσφατη έκθεσή της η Eurostat παρουσίασε το μερίδιο που κατέχουν οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας σε κάθε κράτος-μέλος της Ένωσης για το 2019. Σε επίπεδο ΕΕ, το μερίδιο της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές έφτασε το 19,7% το 2019. Μάλιστα στο γράφημα που έδωσε στη δημοσιότητα παρουσιάζονται και οι αντίστοιχοι στόχοι για το 2020.
Η Ελλάδα, βρίσκεται στη μέση περίπου της κατάταξης με ποσοστό που αγγίζει το 20% για το 2019, παράλληλα έχοντας ήδη ξεπεράσει τον αντίστοιχο εθνικό της στόχο για το 2020.
Με περισσότερο από το ήμισυ της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας, η Σουηδία (56,4%) είχε μακράν το υψηλότερο μερίδιο μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ το 2019, έναντι της Φινλανδίας (43,1%), της Λετονίας (41,0%), Δανία (37,2%) και Αυστρία (33,6%).
Στο αντίθετο άκρο της κλίμακας, τα χαμηλότερα ποσοστά ανανεώσιμων πηγών ενέργειας καταγράφηκαν στο Λουξεμβούργο (7,0%), στη Μάλτα (8,5%), στις Κάτω Χώρες (8,8%) και στο Βέλγιο (9,9%).
Σε επίπεδο εθνικών στόχων, δεκατέσσερα κράτη μέλη υπερβαίνουν τα επίπεδα-στόχο τους για το 2020. Έξι χώρες πλησιάζουν τους στόχους τους: Ουγγαρία, Αυστρία και Πορτογαλία, Γερμανία, Μάλτα και Ισπανία.
Αντίθετα, ακόμα πολύ μακριά από τους στόχους τους είναι η Γαλλία, η Ολλανδία, η Ιρλανδία και το Λουξεμβούργο.
ΠΗΓΗ: envinow