Ένα διαπεριφερειακό επενδυτικό πρόγραμμα ύψους €1 εκατ. σε εκπαιδευτικές και εφαρμοσμένες βιοτεχνολογικές δραστηριότητες που υλοποιήθηκε από την Αμερικανική Γεωργική Σχολή και το Εθνικό Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης
Η πρωτοβουλία του Διαδριατικού Αγωγού Φυσικού Αερίου (ΤΑΡ) «ΕΥΔΟΚΙΜΗ ΓΗ | Ενίσχυση Αγροδιατροφικής Εκπαίδευσης», συνολικού προϋπολογισμού €1 εκατ., ολοκληρώνεται 3 χρόνια μετά την ανακοίνωση του προγράμματος, αφήνοντας σημαντική παρακαταθήκη για την περαιτέρω ανάπτυξη του αγροδιατροφικού τομέα στη χώρα. Η ΕΥΔΟΚΙΜΗ ΓΗ αναπτύχθηκε σε συνεργασία με το Ίδρυμα Μποδοσάκη, που ανέλαβε και τη διαχείριση του προγράμματος, ενώ ως φορείς υλοποίησης μετείχαν η Αμερικανική Γεωργική Σχολή (ΑΓΣ) και το Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Βιοεπιστημών (ΙΝΕΒ) του Εθνικού Κέντρου Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΚΕΤΑ).
Η πρωτοβουλία εντάσσεται στο ευρύτερο πρόγραμμα Κοινωνικών και Περιβαλλοντικών Επενδύσεων του TAP και υλοποιήθηκε στις τρεις Περιφέρειες της Βόρειας Ελλάδας από τις οποίες διέρχεται ο αγωγός – Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, Κεντρική Μακεδονία, Δυτική Μακεδονία. Σκοπός της ήταν η υποστήριξη της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, κομβικών τομέων για την ελληνική οικονομία, ιδίως στη Βόρεια Ελλάδα. Για την υλοποίησή της εφαρμόστηκαν σύγχρονες προσεγγίσεις καλλιέργειας, και επιστημονικές μέθοδοι γενετικής ταυτοποίησης και τεχνικών προώθησης στην αγορά.
Tο πρόγραμμα της ΕΥΔΟΚΙΜΗΣ ΓΗΣ εστίασε σε 8 είδη τοπικά παραγόμενων προϊόντων που επιλέχθηκαν χάρη στα ξεχωριστά χαρακτηριστικά και τη δυναμική τους: μέλι και μελισσοκομικά προϊόντα, ελιές και ελαιόλαδο, αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά, φασόλια, καρποφόρα δένδρα, πετιμέζι, πιπεριές και κτηνοτροφικά προϊόντα. Βασική επιδίωξη των συνεργαζόμενων φορέων ήταν με την ολοκλήρωση του προγράμματος τα προϊόντα αυτά να λειτουργούν πλέον ως «πρεσβευτές» των περιοχών από όπου προέρχονται. Όραμα που καθιστά την πρωτοβουλία καινοτόμα και πρωτοποριακή σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη της περιφέρειας και του αγροτικού τομέα στην Ελλάδα.
Το πρόγραμμα σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε πάνω σε δύο άξονες, την εκπαίδευση/συμβουλευτική και τη γενετική και βιοχημική ανάλυση. Στο πρώτο σκέλος, η Αμερικανική Γεωργική Σχολή προσέφερε σε περισσότερους από 700 συμμετέχοντες ολοκληρωμένα εκπαιδευτικά προγράμματα, καθώς και εξατομικευμένη συμβουλευτική σχετικά με τις βέλτιστες μεθόδους καλλιέργειας, την επεξεργασία και μεταποίηση των προϊόντων, καθώς και τις αρχές εμπορίας και διαφήμισης.
Το ΙΝΕΒ από την πλευρά του, εφαρμόζοντας τεχνολογίες αιχμής από τα πεδία της γενετικής και της βιοχημείας, ανέλυσε εκατοντάδες δείγματα των αγροτικών προϊόντων, προσδιορίζοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις ιδιότητές τους. Με τον τρόπο αυτό, δημιούργησε μια «γενετική ταυτότητα» που αναδεικνύει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των ξεχωριστών αυτών προϊόντων, υποστηρίζοντας παράλληλα την προστιθέμενη αξία τους – τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό.
Επιπρόσθετα, κατά τη διάρκεια του προγράμματος δημιουργήθηκε ένα υπερσύγχρονο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο βασισμένο στην τεχνολογία LoRa (Long Range). Συγκεκριμένα, η Αμερικανική Γεωργική Σχολή τοποθέτησε τηλεμετρικές διατάξεις τελευταίας τεχνολογίας σε εγκαταστάσεις πρωτογενούς παραγωγής σε περιοχές από τις οποίες διέρχεται ο αγωγός ΤΑΡ, οι οποίες προσφέρουν ψηφιακή διασύνδεση και απομακρυσμένη παρακολούθηση της πρωτογενούς παραγωγής, των εγκαταστάσεων τυποποίησης και μεταποίησης, αλλά και των μεταφορών. Το δίκτυο αυτό μπορεί να παρέχει στους παραγωγούς δωρεάν πληροφορίες, και σε πραγματικό χρόνο, για τις εδαφολογικές και μετεωρολογικές παραμέτρους των καλλιεργούμενων εκτάσεών τους, συμβάλλοντας καθοριστικά στην ψηφιακή μεταμόρφωση της ελληνικής υπαίθρου. Με δυνατότητα υποστήριξης άνω των 30.000 παραγωγών, η νέα αυτή τεχνολογική υποδομή συνιστά σημαντικό βήμα προς το μέλλον και κληρονομιά προς όλους τους εμπλεκόμενους στην αγροδιατροφική και εφοδιαστική αλυσίδα.
Το συγκεκριμένο αγροδιατροφικό πρόγραμμα ονομάστηκε συμβολικά «ΕΥΔΟΚΙΜΗ ΓΗ», αποδίδοντας φόρο τιμής στα εύφορα χώματα της Βόρειας Ελλάδας. Η ολοκλήρωσή του κλείνει έναν κύκλο, αλλά αφήνει σημαντική κληρονομιά, καθώς αναμένεται να φέρει πολλαπλασιαστικά οφέλη στις περιοχές όπου εφαρμόστηκε. Διότι όχι μόνο εφοδίασε τους τοπικούς παραγωγούς με σύγχρονα γνωστικά και τεχνολογικά μέσα που θα τους επιτρέψουν να μείνουν και να δημιουργήσουν στον τόπο τους, ανοίγοντας έτσι νέους δρόμους και προοπτικές για τον ελληνικό αγροδιατροφικό τομέα· αλλά δημιούργησε, παράλληλα, μια γέφυρα επικοινωνίας και ανταλλαγής γνώσεων μεταξύ παραγωγών και επιστημόνων, αναδεικνύοντας τα μοναδικά χαρακτηριστικά των δυναμικών τοπικών προϊόντων τους και συνδέοντας την αγροτική παραγωγή με τον τουρισμό.