Οι Αμερικάνοι παραγωγοί υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) αντιμετώπισαν δυσκολίες τους περασμένους μήνες, δεδομένης της πανδημίας και της πτώση των τιμών λόγω της υπερπαραγωγής της αγοράς. Πλέον έχει επέλθει βελτίωση των τιμών καθώς η παραγωγή μειώνεται, ενώ οι εξαγωγές κατά το περασμένο τρίμηνο αυξάνονται συνεχώς. Το μέλλον, ωστόσο εμπεριέχει προβληματισμό. Η γαλλική εταιρεία Engie αποσύρθηκε πρόσφατα από μια σημαντική μακροπρόθεσμη συμφωνία με την NextDecade που θα είχε ως αποτέλεσμα την εισαγωγή εκατομμυρίων τόνων LNG από τις ΗΠΑ.
Η Wall Street Journal απέδωσε την αποτυχία στην γαλλική κυβέρνηση, η οποία φέρεται να διακατέχεται από ανησυχίες σχετικά με το fracking. Το Παρίσι φέρεται να θεωρεί το fracking (μέθοδος εξόρυξης με υδραυλική ρωγμάτωση) ως μέθοδο εξαγωγής φυσικού αερίου ιδιαιτέρως επιβαρυντική για το περιβάλλον. Η γαλλική κυβέρνηση, η οποία κατέχει ένα μερίδιο της τάξης του 24% στην Engie, δεν ήταν ο μόνος αντίπαλος της συμφωνίας. Η γαλλική περιβαλλοντική ομάδα “Φίλοι της Γής” ( Les Amis de la Terre) απεύθυνε κάλεσμα στην εταιρεία για να ακυρώσει τη συμφωνία λόγω των επιπτώσεών της στο περιβάλλον. Συνολικά, η κυβέρνηση και οι περιβαλλοντολόγοι ενδέχεται να σταματήσουν την κατασκευή του εργοστασίου LNG, Rio Grande της NextDecade, καθώς η εταιρεία χρειάζεται πελάτες που να πληρώνουν μακροπρόθεσμα με σκοπό να εξασφαλιστούν τα κεφάλαια που χρειάζονται για την κατασκευή του.
Η Πράσινη Συμφωνία όπως διατυπώθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στηρίζεται σε τρεις βασικούς άξονες: εξάλειψη των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050, αποσύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης από την αυξανόμενη χρήση ορυκτών πόρων, και αλληλέγγυα συμμετοχή όλων των κρατών-μελών στη Συμφωνία. Το αν τα δύο τελευταία είναι εφικτά είναι αμφισβητήσιμο. Ο πρώτος στόχος, ωστόσο αποτελεί και το επίκεντρο της προσοχής: μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
Η ΕΕ αντιμετωπίζει αυτόν τον στόχο με μεγάλη σοβαρότητα. Τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να δαπανήσουν σημαντικά ποσά για την ανάπτυξη της ηλιακής και της αιολικής ενέργειας, και ακόμη και η Πολωνία, μια χώρα που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον άνθρακα, ανακοίνωσε πρόσφατα σχέδια για την ενίσχυση των ΑΠΕ εις βάρος των ορυκτών καυσίμων.
Δεδομένου αυτού του πλαισίου ήταν θέμα χρόνου πριν οι υπεύθυνοι για την πολιτική της ΕΕ εξετάσουν την περίπτωση του φυσικού αερίου. Διότι ακόμα και αν αρχικά το φυσικό αέριο χαιρετίστηκε ως το μεταβατικό καύσιμο μεταξύ της εποχής των ορυκτών καυσίμων και ενός μέλλοντος κυριαρχούμενου από ΑΠΕ, πλέον προσελκύει αρνητικά σχόλια λόγω του ότι ενέχει διαρροές μεθανίου. Επιπλέον, το ζήτημα της υδραυλικής ρωγμάτωσης (hydraulic fracturing) φαίνεται να ανησυχεί τους ευρωπαίους αξιωματούχους.
ΔΥΣΚΟΛΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΕ
Η ΕΕ βαδίζει σε ένα τεντωμένο σκοινί. Από τη μία πλευρά βρίσκονται οι πράσινες φιλοδοξίες της, οι οποίες προς το παρόν, συμπεριλαμβάνουν αναπόφευκτα την χρήση φυσικού αερίου απλώς και μόνο επειδή δεν υπάρχουν δυνατότητες αποθήκευσης για να κατευθύνουν το σύνολο της πλεονάζουσας κατά περιόδους ηλιακής και αιολικής ενέργειας, ενώ και το πράσινο υδρογόνο είναι απαγορευτικά ακριβό.
Από την άλλη πλευρά, η ΕΕ θέλει να αποκτήσει ποικιλομορφία ως προς τις πηγές ενέργειας που θα εκμεταλλεύεται, αποφεύγοντας την εξάρτηση από τη Ρωσία. Ωστόσο, η Ρωσία εξάγει το φυσικό αέριο της με συμβατικούς τρόπους που, παρόλο που δεν εξαλείφουν τον κίνδυνο διαρροών μεθανίου, είναι προφανώς λιγότερο επιβλαβείς για το περιβάλλον από το fracking, σε αντίθεση με την παραγωγή αμερικανικού LNG που προέρχεται από σχιστόλιθο.
Ενώ οι διαρροές μεθανίου βρίσκονται πλέον στο επίκεντρο της προσοχής οι παραγωγοί των ΗΠΑ εξακολουθούν να έχουν μια ευκαιρία, αν και θα πρέπει πλέον να εργαστούν σκληρά για να κερδίσουν την αγορά της ΕΕ. Σύμφωνα με την έκθεση του Bloomberg συζητούνται αρκετά μέτρα για τη διασφάλιση των εισαγωγών ΥΦΑ χαμηλών εκπομπών, με την επιλογή να χορηγούνται πράσινα πιστοποιητικά στους εξαγωγείς με βάση το περιβαλλοντικό αποτύπωμαφορτίο του προϊόντος τους. Αυτό βέβαια σημαίνει ένα πράγμα για τους εξαγωγείς: επιπρόσθετα κόστη.
Το κόστος των εξαγωγών ΥΦΑ είναι ένα ευαίσθητο ζήτημα για τους παραγωγούς των ΗΠΑ. Ο ανταγωνισμός στον χώρο του ΥΦΑ είναι σκληρός και χρόνο με τον χρόνο εντείνεται. Οι ΗΠΑ δεν είναι παραγωγός χαμηλού κόστους, ακόμη και για τις Ασιατικές αγορές κλειδιά. Οποιοδήποτε πρόσθετο κόστος θα δυσκόλευε ακόμη περισσότερο την εύρεση αγοραστών για ΥΦΑ από φθηνό σχιστολιθικό αέριο. Μακροπρόθεσμα, η κατάσταση φαίνεται ακόμη πιο θολή καθώς αν προχωράήσει η Πράσινη Συμφωνία. Με βάση τους τελικούς της στόχους , θα υπάρχει ελάχιστος χώρος για την χρήση οποιουδήποτε τύπου ΥΦΑ, ή άλλου ορυκτού καύσιμου, στο μεγαλύτερο μέρος της ευρωπαϊκής ηπείρου κατά επόμενες γενιές.
Πηγή: oilprice.com
