H Ελλάδα συγκεντρώνει όλες τις απαιτούμενες προϋποθέσεις να αναδειχθεί σε σημαντική αγορά στον τομέα της ενέργειας, υπό τον όρο ότι θα αντλήσει τα αναγκαία διδάγματα από τα επιτυχή παραδείγματα άλλων ώριμων και ανταγωνιστικών αγορών, υποστήριξε ο επικεφαλής της Solar Power Europe, Αριστοτέλης Χαντάβας, σε ομιλία του στην Αθήνα.
Όπως υπογράμμισε, είναι αναγκαίο η Ελλάδα να συνεχίσει να υποστηρίζει σταθερά την «πράσινη» ενέργεια. Επιπλέον, θα πρέπει «να εξαλείψει τα μονοπώλια που επηρεάζουν τη λειτουργία της αγοράς» και να διευκολύνει την ταχεία εφαρμογή του target model, δηλαδή του ενιαίου μοντέλου χονδρεμπορικής αγοράς στην ΕΕ, και σε νέα προϊόντα και υπηρεσίες.
Ο κ. Χανταβάς επισήμανε ότι είναι σημαντικό το ελληνικό κράτος να παράσχει σταθερό και ασφαλές επενδυτικό περιβάλλον, στο οποίο θα εμπλέκονται αρκετοί ενεργειακοί «παίκτες» στην παραγωγή ενέργειας και στη λιανική αγορά, ώστε να ενταθεί ο ανταγωνισμός, ο οποίος θα «ρίξει» τις τιμές.
Για πρώτη φορά Έλληνας πρόεδρος
Εκπροσωπώντας τις μεγαλύτερες ενεργειακές επιχειρήσεις της Ευρώπης, η Solar Power Europe, μη κερδοσκοπικός οργανισμός με έδρα τις Βρυξέλλες, επιδιώκει να διασφαλίσει ότι η ηλιακή ενέργεια θα καταστεί η κύρια συνισταμένη στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας της Γηραιάς Ηπείρου.
Ο Αριστοτέλης Χαντάβας, ταυτοχρόνως επικεφαλής Ευρώπης της Enel Green Power, είναι ο πρώτος Έλληνας που ανέλαβε πρόσφατα, το Μάρτιο του 2020, την προεδρία του Solar Power Europe επί τρία χρόνια.
Στη χθεσινή ομιλία του στο Renewable & Storage Forum, επιχείρησε σύντομη ιστορική αναφορά στην εξελικτική πορεία των ΑΠΕ στην Ελλάδα.
«Όχι» σε νέες μειώσεις
Όπως επισήμανε, οι παραγωγοί ΑΠΕ έχουν ήδη υποστεί κατά το το πρόσφατο παρελθόν σημαντικές μειώσεις, όσον αφορά στις εγγυημένες τιμές αναφοράς (ταρίφες), οι οποίες σε κάποιες περιπτώσεις φωτοβολταϊκών έργων έφτασαν και το 50%.
Tότε, το 2013-2014, υπό εξαιρετικά διαφορετικές οικονομικές συνθήκες, καθώς η Ελλάδα πάσχιζε να παραμείνει εντός της ζώνης του ευρώ και η κυβέρνηση είχε υποστηρίξει τους επενδυτές έναντι των απαιτήσεων της τρόικας, το αποκαλούμενο «New Deal» οδήγησε σε πενταετές «πάγωμα» επενδύσεων.
«Αν επαναληφθούν μειώσεις, θα προκαλέσουν σοβαρή αστάθεια στην αγορά με άμεσες επιπτώσεις στην εκτέλεση έργων αλλά και στη συνέχιση της παρουσίας σημαντικών “παικτών” στην ενεργειακή αγορά», σχολίασε ο πρόεδρος της Solar Power Europe.
Ο ίδιος συμπλήρωσε: «Το γεγονός ότι σήμερα ο καταναλωτής απολαμβάνει χαμηλές τιμές ρεύματος ανά την Ευρώπη οφείλεται κατά κύριο λόγο στις επενδύσεις της προηγούμενης δεκαετίας. Αυτές συνέβαλαν στη μείωση της οριακής τιμής συστήματος καθώς δε χρειάζεται πλέον να λειτουργούμε τόσα πολλά κοστοβόρα θερμικά εργοστάσια».
Σειρά πλεονεκτημάτων
Ακολούθως περιέγραψε την αύξηση των ΑΠΕ διεθνώς από το 2007 ως σήμερα, με το 2019 να αποτελεί χρονιά-ρεκόρ με πάνω από 190 GW.
Στη συνέχεια, παρουσίασε την έρευνα της Solar Power Europe η οποία «κωδικοποιεί» τα πλεονεκτήματα της τεχνολογίας των φωτοβολταϊκών έργων και καταλήγει στην εκτίμηση ότι έως το 2050 η ηλιακή ενέργεια μπορεί να προσεγγίσει ακόμη και το 63% της παραγωγής ηλεκτρισμού στην Ευρώπη.
Με χαμηλότερο κόστος κατασκευής, σε σχέση με τις άλλες ΑΠΕ, αλλά και σε σύγκριση με την αποπεράτωση μονάδων παραγωγής λιγνίτη, παρουσιάζοντας μικρό χρόνο ολοκλήρωσης και εύκολη προσαρμογή στις νέες, καινοτόμες τεχνολογίες, τα φωτοβολταϊκά έργα αναδεικνύονται σε πρωτοπόρο κλάδο των ΑΠΕ.
«Η αξιοποίηση των φωτοβολταϊκών έργων για την παραγωγή υδρογόνου, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη έργων θέρμανσης αστικών περιοχών και την περαιτέρω ανάπτυξη των συστημάτων αποθήκευσης, θα είναι καταλυτική για την επίτευξη της ενεργειακής ουδετερότητας στην Ευρώπη», είπε ο κ. Χαντάβας.
Απαιτούνται νέα εργαλεία
Απαντώντας σε ερώτηση για το target model, ο πρόεδρος της Solar Power Europe κατέστησε σαφές ότι οι ΑΠΕ και το εν λόγω μοντέλο λειτουργίας της αγοράς δεν μπορούν παρά να συμβαδίζουν. Από την άποψη αυτή, οι επενδυτές ΑΠΕ είναι από τους πρωτοπόρους στην εφαρμογή του target model. Μάλιστα, δεν παρέλειψε να αναφέρει την εκτίμηση ότι πολύ γρήγορα θα φανούν τα πλεονεκτήματα από την εφαρμογή του νέου μοντέλου της αγοράς ενέργειας για τον καταναλωτή, γεγονός που καθιστά αναγκαία συνθήκη την πιο επιθετική εφαρμογή του μοντέλου στόχου.
Κάτι τέτοιο, όμως, προϋποθέτει τη λειτουργία ανταγωνιστικής αγοράς ενέργειας, όπου νέα εργαλεία, όπως για παράδειγμα τα συμβόλαια PPAs, θα έχουν ευρεία εφαρμογή. «Τούτων λεχθέντων δεν είμαστε έτοιμοι να καταργήσουμε τους διαγωνισμούς», κατέληξε ο κ. Χαντάβας.