Το ζήτημα της αναβάθμισης των κτιρίων ώστε να είναι πιο ενεργειακά αποδοτικά αποτελεί σημαντικό παράγοντα στην προσπάθεια επίτευξης κλιματικής ουδετερότητας της ΕΕ με ορίζοντα το 2050. Είναι ένα ζήτημα που έχει πλέον εξελιχθεί σε κρίσιμο σημείο διαβούλευσης και στις δυο όχθες του ποταμού Ρήνου. Ακόμη και πριν την υιοθεσία του στόχου κλιματικής ουδετερότητας για το 2050 από την ΕΕ, πολλές χώρες της είχαν δεσμευτεί για αυτόν σε εθνικό επίπεδο, σύμφωνα με τη Συμφωνία των Παρισίων.
Από την στιγμή που ο κατασκευαστικός τομέας είναι υπεύθυνος για το 36% των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου στην ΕΕ, η ενεργειακά αποδοτική ανακαίνιση υφιστάμενων κτιρίων θεωρείται ουσιαστικό στοιχείο για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Η Γαλλία και η Γερμανία έχουν ασχοληθεί για χρόνια με αυτό το ζήτημα, με ανάμεικτα αποτελέσματα έως σήμερα. Η συζήτηση έχει όμως αποκτήσει νέα ώθηση τους τελευταίους μήνες εξαιτίας της πρωτοβουλίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τίτλο «Κύμα αναβάθμισης» η οποία αποτελεί και ένα από τα εμβληματικά προγράμματα της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας.
Νέες επενδύσεις στην Γαλλία
Στη Γαλλία, ο κατασκευαστικός τομέας είναι υπεύθυνος για σχεδόν το ένα τέταρτο των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Αυτό το γεγονός είναι ακόμη πιο ανησυχητικό καθώς ο αριθμός των κτιρίων που υποβάλλονται σε θερμική αναβάθμιση παραμένει χαμηλός. Σύμφωνα με το γαλλικό παρατηρητήριο για τις ενεργειακές εκπομπές των κτιρίων, μόλις 18.500 κτίρια έχουν υποστεί θερμική αναβάθμιση από τις αρχές του έτους.
Για να φτάσει τους κλιματικούς της στόχους, η γαλλική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα αναβαθμίσει το ζήτημα της βελτιώσεως της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων σε επίπεδο εθνικής προτεραιότητας. Στο πλαίσιο ενός σχεδίου ανακαίνισης το οποίο παρουσιάστηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο, σε αυτό το έργο θα επενδυθούν επιπλέον σχεδόν 7 δισεκατομμύρια ευρώ, με χρονικό ορίζοντα ως το 2022. Από το ποσό αυτό 4 δισεκατομμύρια ευρώ θα διατεθούν σε δημόσια κτίρια και 2 δισεκατομμύρια ευρώ σε ιδιωτικές κατοικίες.
Η Γερμανία απέχει ακόμη από τους στόχους της
Και στη Γερμανία επίσης, ο οικοδομικός τομέας απέχει πολύ από το να έχει πολύ μέχρι να καταστεί κλιματικά ουδέτερος. Και αυτό παρά το γεγονός ότι τεράστια ποσά έχουν επενδυθεί σε επισκευές κτιρίων από το 2010 με σκοπό αυτά να καταστούν κλιματικά ουδέτερα. Σύμφωνα με το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας, σχεδόν 500 δισεκατομμύρια ευρώ επενδύθηκαν σε ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων έως το 2018. Σύμφωνα με το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικής Έρευνας (DIW) ωστόσο, τα έως τώρα αποτελέσματα ως προς τις εκπομπές άνθρακα είναι αρκετά μέτρια με την εξοικονόμηση CO2 στον κτιριακό τομέα από το 2010 είναι μόνο περίπου 3%.Ο Γερμανικός Οργανισμός Ενέργειας (DENA) ισχυρίζεται ότι για να επιτευχθεί ο στόχος της ενεργειακής ουδετερότητα έως το 2050, οι απαιτήσεις των γερμανικών σπιτιών σε ενέργεια πρέπει να μειωθούν κατά 80% .
Ομοιότητες και διαφορές μεταξύ των δύο χωρών
Και οι δύο χώρες έχουν ένα ετήσιο ποσοστό ανακαίνισης για ενεργειακά αποδοτικά κτίρια της τάξεως του 2% . Ωστόσο, το ρυθμιστικό πλαίσιο μεταξύ τους διαφέρει, όπως δείχνει συγκριτική μελέτη του Γερμανικού Οργανισμού Ενέργειας (DENA) σε συνεργασία με την αντίστοιχή γαλλική αρχή (ADEMA). Το γαλλικό κράτος εγείρει νομικές απαιτήσεις ώστε τα υπάρχοντα κτίρια να καταστούν ενεργειακά αποδοτικότερα, ενώ αντίθετα το γερμανικό βασίζεται στον εθελοντισμό των κατασκευαστών. Η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ των δύο χωρών όμως έγκειται στις χρηματοδοτικές στρατηγικές τους. Στη Γερμανία, η χρηματοδότηση παρέχεται ανεξάρτητα από το εισόδημα των νοικοκυριών και ανάλογα με τον αντίκτυπο στο περιβάλλον των μέτρων τα οποία λαμβάνονται. Στη Γαλλία, από την άλλη πλευρά, λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα του προς στήριξη νοικοκυριού και ιδίως όσον αφορά τα χαμηλά εισοδήματα.
Η μεγαλύτερη ομοιότητα μεταξύ των δυο χωρών: Παρόλο που και οι δυο θέλουν να έχουν έναν ενεργειακά ουδέτερο οικοδομικό τομέα έως το 2050, βρίσκονται πολύ μακριά από τις φιλοδοξίες τους όσον αφορά την ενεργειακή αποδοτικότητα των κτιρίων μέσω ανακαινίσεων.
Πηγή: euractiv.com